Ο άγγελος ήπιε μια γουλιά από το τζιν του
Κάνοντας παράλληλα έναν μορφασμό αηδίας.
Αγαπούσε το ποτό αλλά μισούσε την πράξη
Και όσο και αν το αρνιόταν στην παρέα,
Λάτρευε να ζει με τις διάφορες ενοχές του.
Το παιδί μίλαγε για ένα κύμα από νερό
Που υψωνόταν πάνω από το κρεβάτι του,
Τα βράδια που όλα μοιάζαν να ρέουν πάλι
Στη σιωπή και στους κρυφούς εφιάλτες του μυαλού.
Η προσευχή ξύπναγε μόνο τον άγγελο στα δεξιά.
Η σκιά έστεκε στον τοίχο βλοσυρή
Καθώς το χαμηλό φως την τάιζε ζωή.
Περίμενε με καρτερία την δική της ώρα,
Να πάρει τη θέση της στη καρέκλα δίπλα στο παιδί,
Όταν το παιδί θα είχε πεθάνει , όταν το παιδί
Θα ξύπναγε άντρας.
Μην φύγεις απόψε ,
Ψιθύριζε το παιδί μελαγχολικά,
Γεμίζοντας αλκοόλ το ποτήρι -
Ενώ ο άγγελος νωχελικά έτεινε το χέρι του
Για άλλη μια γουλιά τζιν .
Αγαπούσε το ποτό
Κι όσο κι αν το αρνιόταν
Λάτρευε να ζει με τις διάφορες ενοχές του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου