Παρασκευή 25 Ιουνίου 2010

Kαληνύχτα Μικρέ Πρίγκιπα


Ξέρεις κάθε γκόμενα που ξέρει λίγο να διαβάσει,έχει και από ένα βιβλίο με την ιστορία σου.Άσχετα αν το βάζει στο ράφι δίπλα με χαζομαλακίες άρλεκιν ή περιοδικά για μόδα.Κάθε γκόμενα που γνώρισα σε ονειρευόταν,μίλαγε για σένα λες και μίλαγε για μια παλιά αξέχαστη και μοναδική της αγάπη.Νοσταλγεί κάτι που υπάρχει μέσα στην φαντασία της,πλασμένο με τα δικά της χρώματα.Όλες οι γκόμενες σε γουστάρουν Μικρέ Πρίγκιπα,σε έχουν ερωτευτεί και σε περιμένουν…
Αυτός χαμογέλασε θλιμμένα και ήπιε μια ακόμα γουλιά από το κόκκινο κρασί του.Μετά κοίταξε προς το μέρος που κάποτε είχε το λουλούδι του.Τώρα μόνο γκρίζο χώμα ήταν εκεί.
Τον παρατήρησα πιο προσεχτικά.Όχι δεν ήταν το παιδί που είχαμε όλοι μάθει,που είχαμε για τόσο καιρό πιστέψει.Είχε μεγαλώσει,μάλλον όχι είχε γεράσει κάπως απότομα.Μπορεί να ήταν ακόμα σε σώμα παιδιού,μικροκαμωμένος και λεπτός με τα παιδικά πριγκιπικά ρούχα του,αλλά έβλεπες ότι είχε αλλάξει.Το έβλεπες στα μάτια του που είχαν χάσει την λάμψη και την φλόγα της παιδικής περιέργειας και αθωότητας.Το έβλεπες στις λιγοστές και αχνές ρυτίδες που λάξευαν το πρόσωπό του.Το έβλεπες στον τρόπο που σου μίλαγε,που σου απάνταγε…Δεν περίμενα να βρω έτσι τον Μικρό Πρίγκιπα.
Ώρες ώρες μου λείπει η γκρίνια του…,μου είπε ήρεμα συνεχίζοντας να κοιτάει προς το μέρος που ζούσε το λουλούδι.
Καταλαβαίνω τι εννοείς..όταν χάνεις κάτι σού λείπουν τα πάντα από αυτό.Και τα μικρά και τα μεγάλα του.,απάντησα και έβγαλα ένα τσιγάρο.Έψαξα στην τσέπη μου για τον αναπτήρα,αλλά δεν τον βρήκα.Κοίταξα προς ένα από τα μικρά ηφαίστεια που ήταν δίπλα μου.
Μην τα κοιτάς.Έχουν σβήσει εδώ και καιρό.Βαριέμαι να τα καθαρίζω.,μου είπε ο Μικρός Πρίγκιπας.
Οκ.Δεν πειράζει.Φαντάζομαι είναι καιρός να το κόψω.,είπα και πέταξα το τσιγάρο πέρα στο μαύρο διάστημα.
Έχεις δει καθόλου εκείνη την αλεπού?,με ρώτησε ξαφνικά.
Εγώ έμεινα για λίγο σιωπηλός,μην ξέροντας τι να του απαντήσω.Τελικά είπα:
Όχι..
Θέλω να την σκοτώσω
,μού είπε χαμογελώντας πικρά.
Δεν αξίζει Πρίγκιπα..θες λίγο κρασί ακόμα?Το πήρα από μια ταβέρνα κοντά στο σπίτι μου,όπως ερχόμουν εδώ.,του αποκρίθηκα για να τον ηρεμήσω λίγο.Αυτός κούνησε καταφατικά το κεφάλι του και μου έδωσε το ποτήρι του.
Κάνει κρύο πάντως εδώ στον πλανήτη σου.Θα πρέπει να ανάψεις κανένα ηφαίστειό σου γιατί αλλιώς δεν σε βλέπω καλά,του είπα.
Λες να με νοιάζει το κρύο?,μου απάντησε σχεδόν σαρκαστικά.Ναι,σκέφτηκα από μέσα μου,το παιδί είχε πεθάνει.
Δεν είπαμε τίποτα για κάμποση ώρα,παρά μόνο πίναμε από το κρασί μου.Η κανάτα είχε φτάσει στο μισό περίπου όταν ο Μικρός Πρίγκιπας άρχισε να γελάει.Είχε ψιλομεθύσει.Δεν το τράβαγε ο οργανισμός του το κρασί.
Ξέρεις έφυγε μια μέρα πριν κάνω το δεύτερό μου ταξίδι σε σας.Έφυγε το προηγούμενο βράδυ έτσι ξαφνικά.Θυμάμαι είχα αποκοιμηθεί δίπλα του.Μου άρεσε να κοιμόμαστε έτσι κοντά κοντά με το ηφαίστειο να βγάζει ζεστασιά και να σιγομουρμουρίζει αποκοιμίζοντας σε.Χαχα!..ναι λοιπόν,είχα αποκοιμηθεί και όταν ξύπνησει κάπου αργά μέσα στη νύχτα,αυτό είχε φύγει.,είπε και έκανε μια γκριμάτσα πόνου λες και όλη αυτή η ανάμνηση τον πονούσε αφάνταστα.
Είσαι καλά??,τον ρώτησα ανήσυχος.
Μου έκανε νόημα με το χέρι του να κάτσω πάλι στην θέση μου.
Στην αρχή νόμισα ότι είχε πάθει κάτι.Ότι είχε πέσει στο διάστημα,ότι κάποιος μου το έκλεψε.Είχα τρελαθεί από την αγωνία μου.Φώναζα,ούρλιαζα παντού αλλά τίποτα.Άρχισα να ψάχνω στους γύρω πλανήτες αλλά και πάλι τίποτα.Ώσπου στον πλανήτη του λογιστή έμαθα την πικρή αλήθεια.Αυτός μου είπε ότι είχε περάσει το λουλούδι μου από κει και του είχε πει ότι με είχε αφήσει για πάντα.Ότι δεν με άντεχε άλλο,δεν άντεχε άλλο την μοναξιά και την μονοτονία του πλανήτη μου.Ότι είχε αρχίσει να αηδιάζει από την φροντίδα μου την συνεχή.Έψαχνε άλλα η καρδιά του..
Ένιωθα να χάνομαι..Δεν πίστευα ότι το τριαντάφυλλό μου είχε πει τέτοια πράγματα για μένα.Σχεδόν σερνάμενος γύρισα στον πλανήτη μου.Πέντε φορές πήγα να πέσω σε δίνες αλλά τελευταία στιγμή σώθηκα.Βλέπεις είχα ακόμα την ελπίδα ότι το λουλούδι μου θα γύρναγε.Ότι ήταν απλά μια ακόμα φάση που πέρναγε συχνά.
Όταν πήγα να καθαρίσω το ηφαίστειο,βρήκα ένα γυάλινο μπουκαλάκι με ένα γράμμα μέσα.Ηταν τα γράμματά του.Με χέρια που έτρεμαν και με σφιγμένη καρδιά,άνοιξα και διάβασα το γράμμα.
ΠΗΡΑ ΤΙΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΜΟΥ.ΕΚΑΝΑ ΤΗΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΜΟΥ.ΣΕ ΑΦΗΝΩ.ΓΕΙΑ ΣΟΥ…,εκεί σταμάτησε και άρχισε πάλι να γελάει.Και ήταν το γέλιο του τρομαχτικό,σχεδόν γέλιο ενός παράφρονα.
Βλέπεις φίλε μου,μου είπε,δεν είναι τα χρόνια που έδωσα σε αυτό το λουλούδι,ούτε οι νύχτες που πέρασα μαζί του λέγοντάς του όμορφες ιστορίες για να κοιμηθεί.Είναι τα κομμάτια της ψυχής μου που του χάρισα.Και ήταν ό,τι πιο αγνό και τρυφερό είχα…Και τώρα δεν έχω τίποτα.,είπε και έσκυψε το κεφάλι του πάνω από το στήθος μένοντας έτσι.Το ποτήρι από τα χέρια του νόμιζες ότι από στιγμή σε στιγμή θα του έπεφτε κάτω.
Σηκώθηκα και τον πλησίασα.Πήρα το ποτήρι από τα χέρια του.Αυτή η κίνησή μου σαν να τον έβγαλε κάπως από τις σκέψεις του.Με κοίταξε διαπεραστικά μες στα μάτια.Είχε δακρύσει λίγο.Το δάκρυ όμως δεν έλεγε να βγει από τον καθρέπτη του ματιού του.Κάθισα δίπλα του.
Κοίτα όλοι το έχουμε περάσει αυτό.Ξέρεις ο έρωτας έτσι είναι.Παράδεισος και κόλαση.Το θέμα είναι να συγχωράς και να συνεχίζεις.Ξέρεις κάτω στην γη είναι πολλά τα τριαντάφυλλα που σε περιμένουν,που θέλουν τον πρίγκιπά τους.Αλλά είναι τυφλά όλα.Βλέπεις οι προσδοκίες τους έχουν γίνει τόσο ψηλές που τους κρύβουν τον ήλιο τελικά.Και όταν μένεις στην σκιά και στο σκοτάδι για πολύ καιρό,μετά αρχίζεις και μαραζώνεις.Μην κλαις Μικρέ Πρίγκιπα,έχουμε και μεις στην γη πρίγκιπες που όμως σκοτώνονται πάνω στον συρμάτινο τοίχος των μεγάλων απαιτήσεων που βάζουν τα τριαντάφυλλα.Βλέπεις είναι αναπόφευκτο αυτό.Απλά να ξέρεις,στρέψε το βλέμμα σου αλλού..Βλέπειες αυτό το μικρό ξερόχορτο που παλιά συνέχεια το ξερίζωνες για να μην ενοχλεί το λουλούδι σου?Βλέπεις όμως αυτό με τι πείσμα συνέχισε να μεγαλώνει και να αντιστέκεται στην φθορά??Αυτό το ξερόχορτο ποτέ του δεν σε παράτησε..Κι ας μην του μίλησες τρυφερά την νύχτα..Κι ας μην του τραγούδησες τους όμορφους στίχους σου…
Ο Μικρός Πρίγκιπας άκουγε σιωπηλός.Στο τέλος είπε ξερά:
Σύντομα θα έρθω στην γη σας…Αν και ξέρω ότι πολλά έχουν αλλάξει.
Τα ίδια είναι αλλά διαφορετικά ντυμένα
,του απάντησα εγώ.
Αυτός φάνηκε να μην άκουσε το σχόλιο μου και συνεχίζοντας είπε:
Ναι,σύντομα θα έρθω στην γη.Πάντα το ανέβαλλα.Αλλά τώρα ήρθε η ώρα…
Ένιωσα την καρδιά μου να σφίγγεται και ένα ρίγος με διαπέρασε γιατί κατάλαβα ότι δεν είχε τελειώσει την πρότασή του.Γιατί κατάλαβα την συνέχεια…
Ήρθε η ώρα να πεθάνω…,είπε και με κοίταξε χαμογελώντας.
Κάπου εκεί στο βάθος του ουρανού το φεγγάρι έμοιαζε πιο φωτεινό από ποτέ….



(Στην Κατερίνα)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου