Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2013

Σε σκέπασαν με το Φθινόπωρο





Συντρόφευαν τη στερνή σου ανάσα 
Εικόνες από κείνο το ταξίδι στην ανατολή.
Ήσουν στο κρεβάτι κι έφευγες 
Και σιμά σου εμείς να ψιθυρίζουμε θλιμμένοι.
Έλεγες φωναχτά στον ύπνο σου
Ότι είσαι σε ένα αμάξι που τρέχει συνοδηγός,
Κοιτάς τα όμορφα τοπία να περνούν γραμμές πράσινες
Έξω από το παράθυρό σου, αχνίζει η ανάσα σου στο τζάμι,
Αγγίζεις νοητά τα έξω με το χέρι σου,
Θέλεις να αγγίξεις τα λιβάδια, την ομορφιά.
Γελάς στον ύπνο σου.

Κι εμείς
Εμείς ακούγαμε και δακρύζαμε
Ξέροντας.
Έξω ερχότανε φθινόπωρο εδώ και μήνες
Κι όλο το περιμέναμε,
Μα έμενε ένα καλοκαίρι επίμονο,
Κι όλο περιμέναμε,
Τραβάγαμε τα παιδιά μας από το χέρι με το ζόρι
Να πάνε στα σχολεία,
Δέναμε κόμπο τις γραβάτες μας να πάμε στα γραφεία
Κι όλο περιμέναμε,
Να δούμε κίτρινα φύλλα στους δρόμους,
Να δούμε βροχές πάνω στις πλατείες.

Ήσουν στο κρεβάτι τότε και έφευγες,
Σιμά σου εμείς σκυθρωποί κλεφτά κοιτάζαμε την ώρα.
Είπες ότι είσαι σε ένα αμάξι συνοδηγός,
Τρέχετε μέσα σε απέραντα λιβάδια,
Είναι  Αύγουστος στο όνειρό σου,
Ήταν Αύγουστος όταν έγινε η στιγμή το σάβανό σου.
Ο αέρας παίρνει τα μαύρα σου μαλλιά προς τα πίσω,
Της χαϊδεύεις το μάγουλο, γυρίζει και σε κοιτάζει ευτυχισμένη.

Άφησες έναν λυγμό να πνιγεί μες στο λαιμό σου,
Έλεγες ότι τα πράσινα λιβάδια τελείωναν
Έπεφτα φύλλα και ψιχάλες από ψηλά.
Έβλεπες κίτρινα φύλλα παντού,
Κίτρινα φύλλα στο πρόσωπό της,
Κίτρινα φύλλα στο χαμόγελό της.
Ήρθε το φθινόπωρο, είπες σιγά,
Κι έφυγες.