
Χτες το βράδυ γυρνώντας
Από ένα μικρό μπαράκι
Συνάντησα στον δρόμο
Τον Γιώργο τον οδοντίατρο
Εκείνο το παιδί απ’την Αθήνα
Που μια μέρα αποφάσισε να κάνει
Σώμα,να γίνει δυνατός κι ωραίος.
Είχε γίνει αγνώριστος,είχε κάνει σώμα
Και με το παραπάνω.
Μα αυτό που με τρόμαξε πιο πολύ
Δεν ήταν τα μπράτσα του
Και οι γροθιές του που ήταν μόνιμα
Σαν ατσάλι σφιγμένες.
Ήταν τα μάτια του.
Η παλιά παιδική λάμψη είχε χαθεί
Και τώρα μια θλιμμένη τρέλα
Φιγουράριζε σαν σπίθα στα γαλανά μάτια του.
Και τότε κατάλαβα ότι ο Γιώργος
Ήταν από κείνους που κόπιασαν για το όνειρο
Κι όταν το άγγιξαν γεμάτοι λαχτάρα
με φρίκη είδαν τα χέρια τους να γεμίζουν σκατά.
Ο Γιώργος είχε πεθάνει από καιρό σε μια μάζα
από μύες,απογοήτευση και οργή.
Λίγο πριν χωρίσουμε στην γωνία
Πριν πούμε εκείνο το ξερό καληνύχτα που
Τονίζει την τραγική ειρωνεία της βραδιάς,
Ο Γιώργος μου είπε ξερά:
Όταν βλέπω ωραία γυναίκα στον δρόμο
Θέλω να την πλακώσω στο ξύλο…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου