Δευτέρα 28 Μαΐου 2012

Στον αέρα για μια σάρκα φόβο





Οι πιο πολλοί τράβαγαν στο βορρά,
Άλλους τους σκότωνε το όνειρο στο τέλος,
Γιατί τότε μόνο φανερώνεται το τέρας,
Ή το σκοτώνεις ή σε σκοτώνει.
Οι λίγοι που το ζωντάνεψαν είναι
Οι αθάνατοι,
Μα αυτοί δεν έχουν καμία δουλειά
Στην ιστορία αυτή.

Θέση στους στίχους έχουν οι φοβισμένοι,
Ανέκαθεν αυτοί μέναν πίσω για να διηγηθούν,
Να πουν τα παραμύθια τους δίπλα στη φωτιά.
Αυτοί πλάσανε συνειδήσεις και ήρωες.
Ο φόβος τούς πετάει τις σάρκες του
Κάθε νύχτα
Κι εκείνοι ορμάνε στον αέρα σαν σκυλιά
Να πάρουν το κάθε κομμάτι.

Αλλά από το φόβο μέχρι τη δειλία
Υπάρχει μια μεγάλη λεωφόρος σπαρτά
Βλέπεις όλες αυτές τις πέτρινες αψίδες;
Τις χτίζουν αιώνες τώρα οι δειλοί
Για να παρηγορήσουνε την πορεία τους.
Σιμά σου όταν γεννιέσαι, υπάρχει στη γη
Ένα χρυσό μυστρί και ένα σκουριασμένο σφυρί.
Η επιλογή είναι δική σου.


Πέμπτη 17 Μαΐου 2012

3 Μέρες Βροχή







Τώρα ίσως σβήνει το τσιγάρο στο χέρι του νεκρού
Κι αργοσαλεύουν βαριεστημένα οι κατσαρίδες
Προς το κρέας που άδολα προσφέρεται στο χώμα.
Κι οι γνωστοί περιπατητές της Νύχτας ψιθυρίζουν
Μια κακοφτιαγμένη, απόσταγμα φόβου, προσευχή,
Λες και σε κάθε στενό εκτελούν ομάδες ανθρώπων.
Σε αυτή τη πόλη που κούρνιασε η δειλία μιας χώρας,
Απλώνω το χέρι μου, τα αστέρια είναι από μετάξι
Και η παράνοια ξεβάφει το δέρμα μικρών παιδιών,
Αφήνει γυμνά τα κόκαλα που στα χέρια των κρατούν
Σφαλιστά ένα νεροπίστολο - που σκοτώνει σιωπές.
Καλοκαίρι και τα πεσμένα φύλλα θυμίζουν
Φθινόπωρο.
Καλοκαίρι και φορέσαμε όλοι τα βαριά μας
Για το κρύο.

Δευτέρα 14 Μαΐου 2012

Κοιτώντας τη φλούδα πορτοκαλιού





Κοιτώντας τη φλούδα πορτοκαλιού



Ο Ολυμπιακός κέρδισε, 15 χρόνια μετά και σαν χτες θυμάμαι το πρώτο Ευρωπαϊκό του, 15 χρόνια μετά και με πιο πολλά κιλά πάνω μου, τόσο λίπους όσο και στεναχώριας, μιζέριας και απαισιοδοξίας. Με πιο πολλές έγνοιες από τότε που μόλις άγγιζα την εφηβεία στο κατώφλι της. Τότε ήταν όλα μαγικά, ένας μύθος τα πάντα, από τις κοπέλες που δίσταζες να κοιτάξεις στα μάτια μέχρι τον θεϊκό Ρίβερς και τα μπασίματά του. Τώρα είναι πιο πεζά τα πράγματα αλλά η λίγη μαγεία που υπάρχει κρυμμένη σε στιγμές – κατά βάση απρόβλεπτες – γίνεται πιο πολύ κατανοητή.
Πριν δεκαπέντε χρόνια ο Θρύλος έχανε στην αρχή με 15 πόντους αλλά το γύρισε παίρνοντας μια άνετη νίκη, σήμερα έχανε σε όλο το παιχνίδι, έως και 19 πόντους, έχανε από το θηρίο της Ρωσίας, το απόλυτο φαβορί, δεν υπήρχε ελπίδα στους θεατές και οι πιο αισιόδοξοι ήλπιζαν να χάσουμε με μικρή διαφορά. Όμως δεν είχαν μιλήσει ακόμα οι ίδιοι οι παίχτες, κατά βάση νέα παιδιά, δεν είχε μιλήσει η καρδιά τους, η θέλησή τους να αλλάξουν κάτι που φάνταζε τετελεσμένο, οριστικό, μια ήττα.
Οι εκφωνητές προδίκαζαν καταστάσεις, είχαν την ομάδα ξοφλημένη, επαινούσαν το φαβορί, αλλά μέχρι εκεί. Στη συνέχεια όλα άλλαξαν…
Δεν θα αναλύσω το παιχνίδι όσο κι αν ήθελα, η φωνή μου έκλεισε από τους πανηγυρισμούς, θα προχωρήσω όμως σε μια συσχέτιση – ίσως οι πιο πολλοί την κάνατε ήδη – και είναι θα έλεγα αδύνατον να μην γίνει η συσχέτιση αυτή από κάποιον, τουλάχιστον ονειροπόλο που έχει ακόμα μια κάποια αισιοδοξία μέσα του.
Μου θύμισε η μικρή ομάδα την χώρα μας, κι ο άνισος αγώνας της κόντρα σε όλα τα προγνωστικά και τις κριτικές, κόντρα σε όλα τα τετελεσμένα γεγονότα. Ίσως είμαι νέος, επιπόλαιος , αλλά αν δεν σκεφτώ τώρα έτσι πότε θα το κάνω?
Ο κύριος Λοβέρδος, ο δημοσιογράφος , έγραψε πριν στο Facebook, έγραψε και σχολίασε με τον γνωστό μίζερο κυνισμό του, ότι να που βρήκαν τα λεφτά όλοι αυτοί οι Έλληνες να πάνε 3 μέρες στην Πόλη, αυτοί που μονίμως κλαίγονται. Ας πούμε ότι τον δικαιολογώ να βλέπει υπό αυτό το πρίσμα ένα χαρμόσυνο γεγονός – που με την λογική του το να διαμαρτύρεσαι για μια δύσκολη συνθήκη που βιώνεις σού αφαιρεί αυτόματα την πολυτέλεια και το δικαίωμα της ευτυχίας και της χαράς – ας πούμε τον δικαιολογώ λόγω ηλικίας . Διότι είναι αλήθεια και θλίβομαι, οι μεγάλοι αυτής της χώρας έχουν παρατήσει τον αγώνα , έχουν χάσει την πίστη τους , έχουν συμβιβαστεί αλλά δεν σημαίνει ότι πρέπει έτσι πικρόχολα να κρίνουν τα ονειροπολήματα, τις ελπίδες, τις φωνές των νέων για κάτι καινούριο. Άλλωστε έτσι γίνονταν πάντα, και σεις είχατε ένα Πολυτεχνείο, έναν Μάη πιο πριν, αφήστε και μας να έχουμε κάτι δικό μας να λέμε στα παιδιά μας ότι παλέψαμε κι ας χάσαμε στο τέλος όπως εσείς.
Δεν επιτίθεμαι στον κύριο Λοβέρδο αλλά ο συχνός μίζερος κριτικός κυνισμός του είναι φαινόμενο που συναντάω παντού – από παλιά κιόλας – από το δάχτυλο της θεούσας δασκάλας που μου το κούναγε στην μούρη όταν δεν θυμόμουνα το Χριστός Ανέστη όλο , από τα δάχτυλα των ΜΜΕ που μου υπαγορεύουν που να στρέψω το βλέμμα μου ( στην Τρομοκρατία του Χάους ή στο Χάος της Τρομοκρατίας ? ? ) μέχρι το δάχτυλο του παππού στον κάτω όροφο που μου έλεγε μην κάνω λάθος και ψηφίσω αριστερά και πως ο Σαμαράς θα μας σώσει παρόλο που όλη την χρονιά μοιρολογούσε ο γέρος για την σύνταξή του, παρόλο που ο Σαμαράς θα την μειώσει κι άλλο και αν έστω δεν την αγγίξει, σίγουρα θα κόψει επιπλέον κάτι παραπάνω από το μέλλoν των εγγονιών του- αλλά διαπίστωσα ποσώς νοιάζει τους ηλικιωμένους αυτά τα μελλούμενα πέρα από την σύνταξη του μήνα, κάτι που είναι απόλυτα λογικό στην ηλικία τους – πέρα από αυτά εγώ θα συνεχίσω να φωνάζω για κάτι διαφορετικό.
Έχει καταντήσει αυτή η μοιρολατρία μόδα και θεωρείται ψαγμένος όποιος διαφωνεί με την γενική κατακραυγή, όπως και αυτός που βγαίνει μπροστά και απαιτεί διάλυση των πάντων, αλλά κύριε δημοσιογράφε τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους, η γενιά μου μεταναστεύει στο εξωτερικό αντί να αρχίσει να σας βρίζει και να σας καθαιρεί, ως και η κραυγή που έβγαλε πριν λίγες μέρες με τις εκλογές, εσείς και οι κινδυνολόγοι σας την βαφτίσατε Σύγχυση και Οργή.
Θα έλεγα είναι Επιλογή όπως επιλογή του συστήματος που προασπίζετε είναι οι Ναζί στη Βουλή. Εσείς λέτε αν πούμε όχι στους φίλους μας έξω και στις τράπεζές τους, θα πέσουμε κάτω, εγώ σάς λέω δεν ζω για τον επόμενο μήνα και έναν μισθάκο μαζί με μπόλικη σάλτσα νταβατζιλίκι και τρόμου, άγχους φόβου και σως από όλα τα καλά για να γλιστράει, ζω για μια ζωή μπροστά μου, για την κοπέλα που αγαπώ κι αναγκάζομαι να αφήσω το χέρι της για να ξενιτευτεί, γιατί το σύστημά σας επέτρεψε σε χοίρους να βόσκουν αμέριμνοι και σε αγγέλους να πετούν αηδιασμένοι μακριά, ζω για να πω με αξιοπρέπεια ένα όχι κι ας πεινάσω μετά για μέρες, θα ξέρω τουλάχιστον ότι δεν υπέκυψα στον τρόμο τους, δεν πούλησα φοβισμένος την ψυχή μου, πάλεψα για αυτήν όπως οφείλουν όλοι να παλεύουν για να μην είναι αριθμοί σε κατάστιχα τραπεζών και στατιστικών.
Ο Ολυμπιακός πήδηξε το κατεστημένο στο τελευταίο δευτερόλεπτο, το πίστεψε και το έκανε. Κάνω αυτή την σύγκριση γιατί έτσι μου αρέσει, γιατί με εμπνέει. Βαριέμαι αφόρητα άλλες συγκρίσεις πιο κουλτουριάρικες και σοφιστικέ, κρύβουν περισσή υποκρισία.
Μετά το παιχνίδι σκάρωσα με την κοπέλα δίπλα μου ένα ποιηματάκι αστείο, γελάσαμε, παίξαμε χαρτιά, τεμαχίσαμε ένα πορτοκάλι, την πήρα αγκαλιά, αποκοιμηθήκαμε στον καναπέ.
Ξύπνησα, ένα σεντόνι με τύλιγε με αγάπη τοποθετημένο, ένα άλλο ποίημα από τον άγγελο γραμμένο – που το παραθέτω πιο κάτω.
Διάβασα την ανάρτησή σας στο ίντερνετ πιο μετά και στεναχωρήθηκα, είπα στον εαυτό μου
Υπάρχουν άνθρωποι που σε κάθε γεγονός βλέπουν μιζέρια, υπάρχουν άλλοι που βλέπουν χαρά, υπάρχουν άλλοι που βλέπουν υποκρισία και υπάρχουν οι νέοι που βλέπουν Αγώνα…


Κοιτώντας τη φλούδα πορτοκαλιού
Και μυρίζοντας τις ειδήσεις στην τηλεόραση
Αποφάσισα να φάω το τηλεκοντρόλ
Και να ακούσω τη μπύρα από το ψυγείο.
Αντί για αυτά έπιασα το πληκτρολόγιο
Και έγραψα μια μπούρδα.
Μόλις τη διάβασες!


Νύσταξα και πίστεψα
Πως πρέπει να ξαπλώσω…

J.G

Πέμπτη 10 Μαΐου 2012

Η κοπέλα με το πιάνο



Σχεδόν πάντα τέτοια ώρα, όταν δύει ο ήλιος πίσω από τις πολυκατοικίες, εκείνη η μουσική από πιάνο ακούγεται στον αέρα της συνοικίας μας, ξεπηδάει από ένα παράθυρο που ακόμα δεν έχω καταλάβει ποιο είναι, ξεπηδάει και διαχέεται στο πάρκο κάτω και στα γύρω κτίρια. Είμαι σίγουρος μάς αγγίζει όλους αυτός ο γλυκός ήχος, γιατί εκείνη την ώρα σαν να ηρεμούν όλα για να αφουγκραστούν την μελωδία που παίζουν τα χέρια της, γιατί είμαι σίγουρος ότι είναι γυναίκα και είναι ωραία και έχει μια θλίψη μες στη ψυχή της, ίσα ίσα τόση για να την κάνει ακόμα πιο τέλεια στη φαντασία μου.
Σκέφτομαι, αυτός ο ήχος από το πιάνο που διαρκεί ίσα με κανα τέταρτο, μοιάζει με απαλό ξέσπασμα ψυχής, να μια ψυχή μάς μιλάει κάθε μέρα σε αυτό το αστικό δειλινό- κι εγώ προσπαθώ να φανώ όσο πιο σουρεαλιστής γίνεται και να δω πίσω από τους τοίχους και τα παράθυρα, πίσω από τις πόρτες, πίσω από τα απλωμένα ρούχα, να πλησιάσω αυτό το τρυφερό πρόσωπο και να του δώσω ένα πεταχτό φιλί.
Γιατί, φαντάζομαι, όσο ξεσκισμένος κι αν γυρνάς από την δουλειά, από τον τροχό της ημέρας και της ρουτίνας, όσο γδαρμένος και με πληγές ανοιχτές να έρχεσαι σπίτι, νιώθεις τυχερός, νιώθεις χαρούμενος όταν ακούς αυτό τον ήχο καθώς φεύγει η ημέρα και ανακουφισμένος σωριάζεσαι δίπλα στο μπαλκόνι να αφουγκραστείς, να κλείσεις τα μάτια και να ονειρευτείς…

Τετάρτη 9 Μαΐου 2012

Γλυκιά Ιθάκη, στέκομαι μετέωρος στην άκρη σου






Είπες θα έρθω μαζί σου παντού
Θα ζήσω μαζί σου παντού.
Και τα τακούνια σου βάδισαν
Μέσα από της νύχτας το στενό
Αγγίζοντας το χέρι μου απαλά.
Κι εγώ σου είπα ακολούθα με απλά,
Και βρεθήκαμε εκεί ψηλά στο βουνό,
Ιθάκη λένε το νησί – κι όταν βραδιάζει
Σε πιάνει ίλιγγος γλυκός κοιτώντας
Τον γκρεμό και τη θάλασσα χαμηλά.
Αυτή είναι η ζωή που έχουμε, σου είπα.
Από τη μία ο φόβος του να κοιτάς κάτω
Κι από την άλλη η λαχτάρα να βουτήξεις
Στο κενό λεύτερος.
Αυτή είναι η ζωή, χωρίς περιττά λόγια
Και φανφάρες
Αυτή είναι η ζωή, μετέωρη σε μια άκρη,
Σε έναν αιώνιο δισταγμό.